Ανάρπαστα έγιναν τα φθηνά στεγαστικά δάνεια που χορηγήθηκαν με το πρόγραμμα «Σπίτι μου», σε μια περίοδο όπου οι τράπεζες μείωσαν τις χορηγήσεις στεγαστικών και κράτησαν πολύ αυστηρά κριτήρια δανειοδότησης, σε περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων. Ουσιαστικά, το πρόγραμμα που υλοποιήθηκε από τη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης σε συνεργασία με τις τράπεζες αποτέλεσε το 2023 «όαση» στην αγορά της στεγαστικής πίστης.
Το 2023 το μέσο επιτόκιο των νέων στεγαστικών δανείων ξεπέρασε το 5%, ενώ παράλληλα ήταν διψήφιο το ποσοστό αύξησης των τιμών των κατοικιών, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολη την απόκτηση κατοικίας για νέα ζευγάρια με χαμηλό και μέσο εισόδημα.
Οι τράπεζες μείωσαν τις εκταμιεύσεις δανείων: Όπως καταγράφει η Τράπεζα της Ελλάδος (Έκθεση για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα) οι εκταμιεύσεις δανείων με εξασφάλιση οικιστικά ακίνητα διαμορφώθηκαν σε 1.004 εκατ. ευρώ, μειωμένες κατά 9,5% σε σχέση με το 2022 και παραμένουν χαμηλές τόσο ως απόλυτο μέγεθος όσο και σε σύγκριση με τo επίπεδο προ της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Παράλληλα, οι τράπεζες εφάρμοσαν αυστηρά κριτήρια δανειοδότησης. Για παράδειγμα, χρηματοδότησαν κατά μέσο όρο μόλις 62% της αξίας των κατοικιών που αγοράσθηκαν με στεγαστικά δάνεια, ποσοστό ακόμη χαμηλότερο από το αντίστοιχο του 2022 (62,9%).
Σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον, το πρόγραμμα «Σπίτι μου» πρόσφερε «ανάσες» σε χιλιάδες νοικοκυριά, όχι μόνο χάρη στο μειωμένο κόστος δανεισμού, αλλά και επειδή επέτρεψε να χρηματοδοτήσουν οι δανειολήπτες μεγαλύτερο μέρος της αξίας των κατοικιών που ήθελαν να αποκτήσουν. Όπως σημειώνει, ειδικότερα, η ΤτΕ:
Οι χρηματοδοτήσεις του Προγράμματος διαφοροποιούνται έναντι των λοιπών χρηματοδοτήσεων με εξασφάλιση οικιστικό ακίνητο ως προς τα επιμέρους χαρακτηριστικά και τους δείκτες τους. Ειδικότερα, ο σταθμισμένος μέσος δείκτης LTV-O για τα δάνεια του Προγράμματος που χορήγησαν τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα το β΄ εξάμηνο του 2023 ήταν 79%, έναντι 60% για τις λοιπές χρηματοδοτήσεις με εξασφάλιση οικιστικό ακίνητο (σ.σ.: δηλαδή οι τράπεζες χρηματοδότησαν το 79% της αξίας των κατοικιών).
Επιπροσθέτως, ο σταθμισμένος μέσος δείκτης DSTI-O (σ.σ.: ο δείκτης αυτός συσχετίζει το κόστος εξυπηρέτησης του δανείου με το εισόδημα του δανειολήπτη). και ο σταθμισμένος δείκτης DTI-O (σ.σ.: σχέση του δανείου με το εισόδημα) για τα δάνεια του Προγράμματος διαμορφώθηκε σε 29% και σε 6,3 αντίστοιχα, έναντι 31% και 4,9 για τις λοιπές χρηματοδοτήσεις με εξασφάλιση οικιστικό ακίνητο.
Σε ότι αφορά τη σταθμισμένη μέση διάρκεια, αυτή ανήλθε σε 29 έτη για τα δάνεια του Προγράμματος και σε 23 έτη για τις λοιπές χρηματοδοτήσεις.
Προκύπτει ότι οι δανειολήπτες του Προγράμματος αναλαμβάνουν αναλογικά υψηλότερο δανεισμό με βάση το διαθέσιμο εισόδημά τους (ο δείκτης DTI-O λαμβάνει υψηλότερες τιμές), χωρίς αυτό να οδηγεί σε επιδείνωση της δανειακής τους επιβάρυνσης (ο δείκτης DSTI-O λαμβάνει χαμηλότερες τιμές), καθώς τα δάνεια χορηγούνται με μακρά περίοδο αποπληρωμής, η οποία εκτείνεται σε έως και 30 έτη, όπως προβλέπεται από τους όρους του Προγράμματος.
2024-04-26T15:36:35Z dg43tfdfdgfd